Mε αφορμή την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-1924.
Οταν ήμουν στή Μυτιλήνη αρχές Αυγούστου,πέρασα μία μέρα απέναντι στό Αιβαλί καί εκεί έπιασα κουβέντα,(στά αγγλικά),μέ έναν Τούρκο τόν Hakan πού είχε μικρό κατάστημα τουριστικών ειδών.Μού είπε την Ιστορία του.Ο προ-παππούς του,είχε έρθει με ανταλλαγή πληθυσμών τό 1923 στό Αιβαλί.<<Δέν ήξερε ούτε μία λέξη τουρκικά.Ελληνας ήταν,ελληνικά μιλούσε,απλά ήταν Μουσουλμανικού θρησκεύματος.Ηταν από Ηπειρο>>
Μού είπε πώς τό 1913,όταν η Ηπειρος εντάχθηκε στήν Ελλάδα,τό 80% τών Ελλήνων εκεί ήταν Μουσουλμάνοι.Οι πρόγονοι,τών προγόνων του,είχαν πολεμήσει καί στήν Πολιορκία του Μεσσολογίου κατά του Ιμπραήμ,μέ τον Μάρκο Μπότσαρη και τούς λοιπούς τότε οπλαρχηγούς.Πρίν τό ξεσπασμα τής επανάστασης στόν Μωριά,ξεσηκώθηκε τό αυτόνομο κράτος του Αλή Πασά,τό οποίο είχε κάπου 80% Ελληνες Μουσουλμάνους αλλά καί Αρβανίτες,που αργότερα έγιναν Ελληνες.Ο Σουλτάνος έστειλε τόν Χουρσίτ να τσακίσει τήν αυτονομία τού Αλή Πασά,καί έτσι στόν Μωριά βρήκαν ευκαρία να ξεσηκωθούν.
Δέν μού φάνηκαν διόλου παράξενα αυτά πού ένας νύν Τούρκος μού εξιστορούσε,ειδικά μάλιστα όταν ο ιδιος ο Κολοκοτρώνης τα γράφει στα απομνημονεύματά του.
Ούτε αυτό πού είπε,πώς στήν Ηπειρο του 1913,όταν έγινε Ελληνική,τό 80% τών εκεί Ελλήνων ήταν μουσουλμάνοι,χωρίς να ξέρουν να μιλούς τούρκικα.
Γιατί έχω διαβάσεια αυτό.
<<Το 1915,δηλαδή δύο χρόνια μετά τήν ενσωμάτωση τής Ηπείρου στήν Ελλάδα,ο Ελληνας λόγιος καί ιστορικός τής Νεοελληνικής λογοτεχνίας Αρίστος Καμπάνης,ό οποίος περιόδευσε τα νέα μέρη γιά να αποκτήσει κάποιες εντυπώσεις από την Ηπειρο γράφει μεταξύ τών άλλων:
Οταν ήμουν στή Μυτιλήνη αρχές Αυγούστου,πέρασα μία μέρα απέναντι στό Αιβαλί καί εκεί έπιασα κουβέντα,(στά αγγλικά),μέ έναν Τούρκο τόν Hakan πού είχε μικρό κατάστημα τουριστικών ειδών.Μού είπε την Ιστορία του.Ο προ-παππούς του,είχε έρθει με ανταλλαγή πληθυσμών τό 1923 στό Αιβαλί.<<Δέν ήξερε ούτε μία λέξη τουρκικά.Ελληνας ήταν,ελληνικά μιλούσε,απλά ήταν Μουσουλμανικού θρησκεύματος.Ηταν από Ηπειρο>>
Μού είπε πώς τό 1913,όταν η Ηπειρος εντάχθηκε στήν Ελλάδα,τό 80% τών Ελλήνων εκεί ήταν Μουσουλμάνοι.Οι πρόγονοι,τών προγόνων του,είχαν πολεμήσει καί στήν Πολιορκία του Μεσσολογίου κατά του Ιμπραήμ,μέ τον Μάρκο Μπότσαρη και τούς λοιπούς τότε οπλαρχηγούς.Πρίν τό ξεσπασμα τής επανάστασης στόν Μωριά,ξεσηκώθηκε τό αυτόνομο κράτος του Αλή Πασά,τό οποίο είχε κάπου 80% Ελληνες Μουσουλμάνους αλλά καί Αρβανίτες,που αργότερα έγιναν Ελληνες.Ο Σουλτάνος έστειλε τόν Χουρσίτ να τσακίσει τήν αυτονομία τού Αλή Πασά,καί έτσι στόν Μωριά βρήκαν ευκαρία να ξεσηκωθούν.
Δέν μού φάνηκαν διόλου παράξενα αυτά πού ένας νύν Τούρκος μού εξιστορούσε,ειδικά μάλιστα όταν ο ιδιος ο Κολοκοτρώνης τα γράφει στα απομνημονεύματά του.
Ούτε αυτό πού είπε,πώς στήν Ηπειρο του 1913,όταν έγινε Ελληνική,τό 80% τών εκεί Ελλήνων ήταν μουσουλμάνοι,χωρίς να ξέρουν να μιλούς τούρκικα.
Γιατί έχω διαβάσεια αυτό.
<<Το 1915,δηλαδή δύο χρόνια μετά τήν ενσωμάτωση τής Ηπείρου στήν Ελλάδα,ο Ελληνας λόγιος καί ιστορικός τής Νεοελληνικής λογοτεχνίας Αρίστος Καμπάνης,ό οποίος περιόδευσε τα νέα μέρη γιά να αποκτήσει κάποιες εντυπώσεις από την Ηπειρο γράφει μεταξύ τών άλλων:
<<Eκαμα το ταξείδι τής μεσημβρινής Ηπείρου με το καύμα του Ιουλίου,διασχίσας τα εκατό χιλιόμετρα-108 διά την ακρίβειαν,πού χωρίζουν τήν Πρέβεζαν,προσωρινόν επίνειον τών Ιωαννίνων,από τήν έδρα τής Γενικής Διοικήσεως μέ αμάξι κλειστό,με συνταξειδιώτας Ευρυτάνας φέροντας μαζύ των ζωντανά γουρουνόπουλα,σκούζοντα απαισίως,καθ'όλην την διάρκειαν τού δρόμου.Είς επίμετρον τό αμάξι δέν είχε μόνον ανθρώπινον φορτίον:-4 μέσα ένας έξω είς τό πλευρόν τού αμαξά.Είχε εξοπίσω του αρκετές κάσες πετρελαίου,τό οποίον είναι θαύμα πώς δέν ανεφλέχθη. Ο ουρανός τής άμαξας φορτωμένος καί αυτός από διάφορα εμπορεύματα εχαμπήλωνε,σχεδόν ακκουμβούσεν,ή μάλλον ακκουμβούσεν,είς κάθε περπάτημα τών τριών αλόγων,είς τάς κεφαλάς μας.Μετεβαλλόμεθα κατ'αυτόν τόν τρόπον είς εκουσίους Ατλαντας,είς κοσμικούς ήρωας αληθινής τραγωδίας.Η σκόνη τού ήδη επισκευαζόμενου δρόμου ωμοίαζε λευκή πυρίτιδα,έμπαινεν είς τούς ρώθωνάς μας καί τούς εβούλωνεν,καθιστούσε προβληματικήν την αναπνοήν μας.Πνοή καμμία.
Είχαμε ξεκινήσει κατά τάς 10 π.μ.Τό μεσημέρι μάς εύρηκε διασχίζοντας τόν μακρόν ερειπιώνα τής Νικοπόλεως.Τέλος περί τήν δύσιν τού Ηλίου αλευρωμένοι από τήν σκόνην,ψημένοι από την ζέστην εφθάσαμεν είς τήν Φιλιππιάδα.
Εκοιμήθημεν μέχρι του μεσονυκτίου,όταν μάς εξύπνησεν επιτακτική ώς αρχιστρατήγου η φωνή τού Αραμπατζή-όπως λέγουν δικαιότατα οί Ηπειρώται τούς αμαξάδες των.Ερρίξαμεν ολίγο νερό είς τό πρόσωπον,εντυθήκαμε κι' εφυλακίσθημεν είς τήν άμαξα.Εξεκινήσαμε.Σκοτάδι ψηλαφητόν.
Οι συνταξειδιώται δέν ήσαν πλέον οί ίδιοι.Αγνωστοι διατί.Εναν μόνον εγνώριζα,επιλοχία τών νοσοκόμων.Πρός στιγμήν έκαμα τήν σκέψιν ότι εκινδυνεύαμε,όχι από ληστάς,αλλ' από τούς συνοδούς μας,οί οποίοι μπορούσαν απλούστατα νά ήσαν Μουσουλμάνοι Αλβανοί,Τσάμηδες,Λιάπηδες,Γκέγκιδες,Αρναούται.Είπα λοιπόν δυνατά είς τόν επιλοχίαν:
-Μήπως εξέχασες τό πιστόλι σου στό χάνι;
-Οχι.Γιατί μήπως τό ξέχασες εσύ;
-Α,μπά.Ετσι σέ ρώτησα.
Αλλά οι φόβοι μου ήσαν ανόητοι
...........................................
Τα Ιωάννινα κάμνουν εντύπωσιν μεγάλης πόλεως.Δέν κατορθώνεις να πιστεύσης ότι κατοικούνται μόνον από εικοσιδυό έως εικοσιπέντε χιλιάδας.Η έκτασίς των σού δίδει τήν εντύπωσιν ότι ευρίσκεσαι είς πόλιν τουλάχιστον 50 χιλιάδων κατοίκων.Σύνολον μελαγχολικόν,ή μάλλον θλιβερόν,είς τό οποίον δίνουν τόνον αί οξυκόρυφοι άιγειροι καί οί μιναρέδες τών μουσουλμανικών τεμενών.Αί ημέραι τής βραχείας διαμονής μου είς τά Ιωάννινα συνέπιπταν μέ το ραμαζάνι.
Καί ήτο πράγμα απεριγράπτως ενδιαφέρον τό θέαμα τών φωτοζωσμένων μιναρέδων υψούμενων κάτω από καθαρόν ουρανόν.Καί ήτο ακρόαμα απεριγράπτως μουσικόν καί ηδύ τό τραγούδι τού Χόντζα. Καί καθίστατο εξωτικωτέρα ή νύκτα τών Ιωαννίνων,όταν ανάμεσα από τούς μισοφωτισμένους δρόμους έβλεπες κοπάδια σκεπασμένων μέ τά τσαρτσάρια Χανουμισών-ώς είδος φαντασμάτων,ή σκιών τού Αδου-νά προβαίνουν ακολουθούντα φεσοφόρον μέ φανάρι.Επήγαιναν ή έφευγαν από επισκέψεις....
Ανέβηκα είς τό υψηλότερον μέρος τού φρουρίου όπου οι τάφοι τής οικογενείας τού Αλή Πασά.Είς ολίγα μέτρα γής σιδηρόφρακτα κοίτεται τό ανάπηρον καί ακέφαλον λείψανον τού τρομοκρατήσαντος επί τρείς δεκάδας ετών,μισό εκατομμύριο και πλέον....
Είς περίβλεπτον μέρος τού φρουρίου εγείρεται μεγάλο τζαμί,τό οποίον οι κάτοικοι διατείνονται ότι υπήρξε ποτέ εκκλησία είς τιμήν αγίου Ιωάννου .Εκ τής εκκλησίας αυτής επήρεν η πόλις τό όνομα Ιωάννινα.Αλλοι ισχυρίζονται-καί δέν είναι πιθανόν-ότι τά Ιωάννινα εκτίσθησαν από Σέρβους, τής λέξεως <<Γιάνγια>>,ούσης Σερβικής.Είς πίστωσιν τού ισχυρισμού τών, φέρουν άλλας τοπονυμίας λ.χ <<Ντραμπάτοβα>>,<<Κρύο νερό>>,είναι δέ Ντραμπάτοβα,ή παρά τήν ρίζαν τού Μιτσικελλίου ποιητικώτατη πηγή λίμνης τών Ιωαννίνων,τήν οποίαν τόσον ευγενικά ιστόρισεν ό Κρυστάλλης.
Δέν ηξεύρω.Πέραν μερικών τοπονυμιών σλαβικά ίχνη άλλα δέν βλέπομεν είς τήν Νότιον ούτε είς τήν Βόρειον Ηπειρον.
Προκειμένου δέ περί τών Ιωαννίνων,τής Πρεβέζης,τής Φιλιππιάδος καί τής υπαίθρου,μεταξύ τών τριών πόλεων χώρας,πρέπει να λεχθή ότι κατά τά εννέα τουλάχιστον δέκατα είναι Ελληνόγλωσσος,όπως ακριβώς είς τήν Κρήτην.Ετσι καί είς τα Ιωάννινα,είς Πρέβεζαν,είς Φιλιππιάδα,οι Μουσουλμάνοι έχουν μητρικήν γλώσσαν τήν Ελληνικήν.Δέν είναι λοιπόν Τούρκοι.Είναι Μουσουλμάνοι Ελληνες....>>
Aπό το Βιβλίο του Γεράσιμου Κακλαμάνη.<<Επί τής δομής του Νεοελληνικού κράτους>>
Διαβάστε στά παρακάτω link:
Αυτοί που λέτε δεν ήταν "Έλληνες" με την έννοια που το εννοείτε. Άλλο "Έλληνας" και άλλο "Έλληνας πολίτης". Οι μουσουλμάνοι αυτοί της Ηπείρου ήταν οι περισσότεροι Τσάμηδες Αλβανοί, ή Αρβανίτες. Υπάρχουν και χριστιανοί Τσάμηδες στην περιοχή κ.τλ. Κάποιοι ίσως από αυτούς τους μουσουλμάνους ήταν εξισλαμισμένοι Έλληνες, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς έφυγαν στην Τουρκία δυστυχώς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι δολοφονίες εναντίον των Τσάμηδων Αλβανών είχαν ξεκινήσει ήδη από το 1913 από ελληνικές συμορίες που επιτίθονταν στην περιοχή –ενθαρυμένες προφανώς και από τις τότε ελληνικές αρχές. Ο Μάρκος Δεληγιαννάκης (μετά την προσάρτηση της Παραμυθιάς και της υπόλοιπης Τσαμουριάς στην Ελλάδα το 23.02.1913) με τη συμμορία του συνέλλαβαν 72 πρόκριτους Τσάμηδες, τους μετέφεραν στην τοποθεσία «Λίβερη» κοντά στο Σελάνι και τους σκότωσαν. Το γεγονός - διανθισμένο φυσικά με μπόλικη ελληνική προπαγάνδα - ομολογεί ο Σταύρος Παπαμώκος στο βιβλίο του «Η Σέλλιανη χθες και σήμερα» (εκδόθηκε στην Αθήνα το 1997) στη σελίδα 160:
ΑπάντησηΔιαγραφή«Ο οπλαρχηγός Μάρκος Δεληγιαννάκης επί κεφαλής ομάδας κρητικών μαχητών, αλλά και άλλων ενόπλων από τα γύρω χριστια-νικά χωριά, κατέβηκαν στα τουρκοχώρια της Τσιαμουριάς και συνέλαβαν 72 Τουρκαλβανούς, τους οποίους μετέφεραν δεμένους στο απόμερο και ολοσκότεινο ρέμα ‘Μπιντούρια και Κατσικιά’ της Σέλλιανης και τους εκτέλεσαν». Προσέξτε πως αποκαλεί τα αλβανικά χωριά περιφρονητικά ως «τουρκοχώρια». Παρόλο που ο Παπαμώκος κατακρίνει στο βιβλίο του για λόγους τακτικής- την πράξη του συμμορίτη Δεληγιαννάκη, ο στόχος του είναι προφανής. Εννοεί ότι ‘οι Τούρκοι ήταν κατακτητές των Ελλήνων και τους είχαν σκλάβους, ο Μάρκος Δεληγιαννάκης επιτέθηκε στα τουρκοχώρια κ.τλ.’. Δηλαδή με λίγα λόγια, αφήνει να εννοηθεί ότι ο Δεληγιαννάκης είχε το δίκαιο με το μέρος του, ότι επιτέθηκε στα χωριά των κατακτητών κ.α.
Για την πράξη αυτή του Δεληγιαννάκη έχει βγει ακόμα και δημοτικό παραδοσιακό τραγούδι από τους Έλληνες, με το όνομα «Του Μάρκου Δεληγιαννάκη» όπου περιγράφεται αυτή η σφαγή στο Σελάνι (ελλ. ‘Σέλλιανη’):
«Σαν τι κακό σας έκανα, κι μι κατηγουράτι;
Ιγώ χουριά δεν έκαψα και σκλάβους δεν επήρα.
Ιγώ τους πρώτους έμασα, εξήντα δυο νουμάτους
Στη Σέλλιανη τους έσυρα, στο μνήμα του Μανώλη.
Ξύπνα, Μανώλη ψυχογιέ, απού το μαύρου χώμα,
να δεις αρνιά που σου ’φερα, κριάρια σουβλισμένα».
Οι Έλληνες πρόκριτοι της Παραμυθιάς που δολοφονήθηκαν από κάποιους Τσάμηδες ήταν λοιπόν αθώα θύματα αλλά οι 72 Αλβανοί που δολοφονήθηκαν από τη συμμορία του Δεληγιαννάκη ήταν κριάρια για σούβλισμα!!!
Στις 12/1/1942, στο κέντρο της Παραμυθιάς, ο ανθυπασπιστής της Χωροφυλακής Ηλίας Νίκου, Διοικητής του τοπικού σταθμού, μαζί με έναν σύντροφό του, δολοφόνησε δύο από τους πιο σημαντικούς παράγοντες των Τσάμηδων στην περιοχή, τον κτηματία Τεφήκ Κεμάλ και τον γιατρό Αχμέτ Κασήμ. Οι συγκρούσεις και οι διαμάχες μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων είχαν αυξηθεί, ειδικά μετά την δολοφονία από τους χριστιανούς ενός επιφανούς μουσουλμάνου, του Γιασίν Σαντίκ, τον Δεκέμβριο του 1942.
Μαρτυρίες υπάρχουν ακόμα και από Έλληνες που είχαν δει τα γεγονότα αυτά και όχι μόνο από Αλβανούς. «Τα έκτροπα σε βάρος των μουσουλμάνων συνεχίστηκαν από δημόσιους λειτουργούς και χριστιανούς κατοίκους, μόλις έφυγαν οι άντρες για εξορία. Με το πρόσχημα της δήθεν ανάκρισης…καλούσαν στα γραφεία τους όμορφες χανούμισσες και τις βίαζαν…Οι λεηλασίες σπιτιών, οι αρπαγές ζώων φανερές. Οι βιασμοί κοριτσιών και γυναικών πολλοί και επώνυμοι. Η βίαιη υποχρέωση σε έκδοση μουσουλμανίδων σε ορισμένα χωριά μεγάλη…» λέει ο Γιάννης Σάρρας (Γιάννης Σάρρας, «Ιστορικά-Λαογραφικά περιοχής Ηγουμενίτσας», σελ.631). Γράφει επίσης για την εκτέλεση των 8 μουσουλμάνων κατοίκων στη θέση Βίγλιζα στα υψώματα Λαδοχωρίου, που την επιβεβαιώνει –ως αυτόπτης μάρτυρας- ο Χρίστος Λόης, οπλίτης τότε στο 39ο Σύνταγμα Ευζώνων, και την καταγράφει στο βιβλίο του «Από τις σελίδες της μνήμης. Περιστατικά Πολέμου, 1940-1941», εκδ. Παπαδήμα, σελ.17.
Το θέμα της γενοκτονίας των Τσάμηδων συμπεριελήφθη στην ατζέντα της τέταρτης γενικής συνέλευσης του Οργανισμού Μη Αναγνωρισμένων Εθνών και Λαών (UNPO) -που εδρεύει στη Χάγη- στις 20-26 Ιανουαρίου 1995.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς δούμε μερικές μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν εκείνη την εποχή τα γεγονότα από πρώτο χέρι.
Ο Εσαμπουντίν Καντίου λέει: «Μας συγκέντρωσαν όλους στο σπίτι ενός Αλβανού, του Σαλί Αβούζι. Εκεί υπήρχαν και άλλοι που είχαν έρθει στην πόλη μας από τα γύρω χωριά. Εκεί είχαν συγκεντρώσει γυναίκες και μικρά παιδιά, καθόλου άντρες. Μας είχαν εκεί για περίπου 5-6 μήνες. Σχεδόν κάθε μέρα έθαβαν και από ένα παιδί. Μας είχαν πιάσει αρρώστιες, ήμασταν σε άσχημη κατάσταση. Δεν είχαμε να φάμε. Με λίγα λόγια πέθαναν πολλά παιδιά και ηλικιωμένες γυναίκες. Υπήρχαν κάποιες γυναίκες άνω των 80 χρόνων.. οι Έλληνες τους έριχναν από τις σκάλες και πέθαιναν…».
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Καντριέ Οσμάνι λέει: «Σκότωσαν τον πατέρα μου, τον ξάδερφο μου, τους αδερφούς της μητέρας μου και την αδερφή της μητέρας μου που ήταν παράλυτη. Την έριξαν από τις σκάλες και μετά την πυροβόλησαν…».
Η Καντριέ Αλίου λέει: «Μπήκαν το βράδυ οι Έλληνες στο σπίτι μας, πήραν τα 4 πρόβατα που είχαμε. Η μητέρα μου με το μωρό στην αγκαλιά της τους έλεγε: {Σας παρακαλώ, δεν έχω γάλα για τα παιδιά μου} και ένας στρατιώτης της είπε: {Έχω μόνο μία σφαίρα, δεν είμαι εδώ για να την σπαταλήσω, πήγαινε μέσα}. Άκουγα τις γειτόνισσες μου που φώναζαν και έκλαιγαν. Τις είχαν κόψει τα αυτιά, τους τραβούσαν τα σκουλαρίκια από τα αυτιά τους με τη μία και τους τα έκοβαν. Τις είχαν κόψει τα δάχτυλα για να τις πάρουν τα δαχτυλίδια.. απίστευτα πράγματα. Ξεκοίλιασαν έγκυες γυναίκες. Θυμάμαι ακόμα μία γυναίκα που είχε ένα μεγάλο τραύμα από λόγχη ανάμεσα στους ώμους της».
Ο Ραχμί Ουζέιρι λέει: «Σκότωναν γυναίκες και παιδιά. Είχαν ξεκοιλιάσει γυναίκες και τους έπαιρναν τα έμβρυα μέσα από τις κοιλιές τους. Τους είχαν κόψει τα δάχτυλα και τους έπαιρναν ό,τι κόσμημα φορούσαν..».
Ο Φαήκ Μπολλάτι λέει: «Το πρώτο που μας ζήτησαν ήταν για χρυσό. Ό,τι είχαμε, ό,τι είχαν η μητέρα μου και η θεία μου στον λαιμό τους και στα δάχτυλα τους τους τα άρπαξαν. Τότε είπαν στη μητέρα μου: {Θέλουμε τον γιο σου για ένα λεπτό. Θα τον πάρουμε και θα στον ξαναστείλουμε σε ένα λεπτό}. Δεν το είδα αλλά άκουσα τη μητέρα μου να κραυγάζει και να χοροπηδάει’ είχαν κόψει το κεφάλι του αδερφού μου. Ήταν μόνο 17 χρόνων…. Ένας γείτονας μας μας πήρε μετά στο σπίτι του. Το όνομα του ήταν Τσιλ Μπάρμπα. Του δώσαμε μερικά χρήματα και μας άφησε να μείνουμε στο σπίτι του. Αφού τη νύχτα μας πήρε χρυσαφικά και ό,τι μας είχε απομείνει, μας πήρε την άλλη μέρα σε μία εκκλησία. Στην εκκλησία θυμάμαι ότι τρεις φορές μας έβγαλαν έξω ώστε να μας σκοτώσουν αλλά παρενέβησαν κάποιοι Βρετανοί στρατιώτες και σωθήκαμε.. υπήρχε και μία γυναίκα. Τότε μας πήγαν για τέσσερις μήνες στην Ηγουμενίτσα, σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης και σε σπίτια κοντά στο λιμάνι, θυμάμαι ακόμα πως ανοιγόκλειναν τις μεγάλες σιδερένιες τους πόρτες. Άνοιγαν τις πόρτες, έπαιρναν νεαρά κορίτσια και τα βίαζαν. Κάποια επέστρεφαν πίσω, κάποια άλλα τα σκότωναν. Ακούγαμε τις κραυγές τους. Εκεί πέθανε μία από τις αδερφές μου από πείνα και έθαψαν ζωντανή μία θεία μου που τα παιδιά της ζούνε ακόμα».
Η Ραμπιέ Σεριάνι λέει: «Σκότωσαν τον πατέρα μου. Σκότωσαν τον πεθερό της θείας μου. Τους έστειλαν στο τζαμί της Παραμυθιάς. Είπαν στη θεία μου και σε μερικές άλλες γυναίκες να καθαρίσουν το τζαμί. Όταν πήγαν στο τζαμί, ήταν γεμάτο με ακέφαλα πτώματα. Η θεία μου αναγνώρισε τον αδερφό της από τη μπλούζα που φορούσε. Ήταν ο μοναδικός της αδερφός ανάμεσα σε 5 αδερφές που είχε. Αναγνώρισε τον πεθερό της από ένα χαρακτηριστικό που είχε στις κάλτσες του… Τελικά δεν υπήρχε τίποτα να καθαρίσουν. Τις είχαν πάρει στο τζαμί μόνο για να δουν..».
«Ήμουν ήδη παντρεμένη για δύο χρόνια όταν σκότωσαν τον εικοσι-πεντάχρονο αδερφό μου και τους δύο αδερφούς του άντρα μου’ τον Σουλεϊμάν, τον Χαμίτ και τον αδερφό μου τον Εκρέμ. Ο ένας ήταν 39 και ο άλλος ήταν 22 χρονών. Μας πήραν και τα 700 πρόβατα που είχαμε…» λέει μία άλλη ηλικιωμένη πλέον γυναίκα (δεν θυμάμαι το όνομα της).
Η Σανιγιέ Μπολλάτι από την Παραμυθιά (Ajdonat) κάηκε ζωντανή ρίχνοντας της οινόπνευμα, αφού πρώτα της έκοψαν τους μαστούς και της έβγαλαν τα μάτια. Ο Ομέρ Μουράτι δολοφονήθηκε, έκοψαν το σώμα του σε κομμάτια και τα περιέφεραν στην Παραμυθιά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο σπίτι του Σούλο Τάρι είχαν συγκεντρωθεί περισσότερες από σαράντα γυναίκες. Ο Τσίλι Πόποβα απ’ το χωριό Πόποβο (Αγία Κυριακή) μαζί με μία ομάδα στρατιωτών, μπήκαν στο σπίτι και ξεκίνησαν να βιάζουν τις γυναίκες και τα κορίτσια σε ένα από τα δωμάτια. Οι κραυγές των γυναικών ακούγονταν όλη τη νύχτα. Ο Σέρι Φέιζο, ο Φικρέτ Σούλο Τάρι και άλλοι, δολοφονήθηκαν.
Ο Χιλμί Μπεκίρι από τους Φιλιάτες (Filati) χτυπήθηκε μπροστά στα μάτια της οικογένειας του και αφέθηκε στο έδαφος να σφαδάζει. Η οικογένεια του θέλοντας να τον προστατέψουν, τον μετέφεραν στο σπίτι του γιατρού Μαυρουδίου. Έμεινε εκεί για μερικές ώρες αλλά ύστερα ο γιατρός ζήτησε να τον πάρουν. Τον πήγαν στο σπίτι του Στάβρο Μουχατζίρι, και στη συνέχεια στο σπίτι του Σουάιμπ Μέτια, όπου είχαν συγκεντρωθεί και άλλες οικογένειες. Το πληροφορήθηκαν οι Έλληνες παρακρατικοί και πήγαν στο σπίτι και τον σκότωσαν, αφού πρώτα του έβγαλαν τα χρυσά του δόντια με πένσες. Ο Μάλο Μούχο, ένας ογδοντάχρονος που για τέσσερα χρόνια είχε μείνει παράλυτος, δολοφονήθηκε. Τον έσφαξαν με ένα μικρό σπαθί μπροστά στη σύζυγο του. Του άνοιξαν το κεφάλι και τα μυαλά του πετάχτηκαν πάνω στη σύζυγο του. Στη συνέχεια διέφυγαν ανενόχλητοι.
Ο Αμπντούλ Νούρτσε απήχθη στο Τρικόρυφο (Spatar) και οδηγήθηκε στους Φιλιάτες με τα πόδια και χωρίς παπούτσια, όπου τον έσειραν στους δρόμους της πόλης, και τελικά τον σκότωσαν μπροστά στο σπίτι του Νιδ Ταφότσι. 16 μέλη της οικογένειας του Λίλε Ρουστέμι από τον Άγιο Βλάσιο/Σούβλιασι (Sullashi), κυρίως παιδιά, κατακρεουργήθηκαν χωρίς να επιζήσει κανένας. Ο Τζελάλ Μινίτι από την Παραμυθιά αποκεφαλίστηκε πάνω στο πτώμα του μουφτή Χασάν Αμπντουλλάχου.
Ο Σαλί Μουχεντίνι, ο Αμπεντίν Μπάκος, ο Μουχάμμεντ Πρόνια και ο Μάλο Σεϊντίου βασανίστηκαν, τους έκοψαν τα δάχτυλα, τη μήτη, τη γλώσσα και τα δάχτυλα των ποδιών, και ενόσο αυτοί σφάδαζαν από τους πόνους, οι αντάρτες του Ζέρβα χόρευαν και εξυμνούσαν τον αρχηγό τους. Στο τέλος τους σκότωσαν χτυπόντας τους με μαχαίρια και κοφτερά αντικείμενα.
Ακολουθεί η περιγραφή του Εσρέφ Χιλμί, κατοίκου της Παραμυθιάς, ο οποίος περιέγραψε τη σφαγή που έγινε στην περιοχή:
ΑπάντησηΔιαγραφή«Την Τρίτη, 27 Ιουνίου 1944, στις 7 το πρωί, οι Έλληνες αντάρτες (του Ζέρβα), υπό τον συνταγματάρχη Κρανιά, τους Χρήστο Σταυρόπουλο, Λευτέρη Στρουγκάρη, και Νικόλαο Τσένο, μπήκαν στην πόλη και η διαταγή δόθηκε: κανένας δεν έπρεπε να ζήσει… Το ίδιο απόγευμα, συνέλλαβαν τους άντρες, τις γυναίκες και τα παιδιά, λες και ήταν κλέφτες. Το επόμενο πρωί όλοι οι άντρες δολοφονήθηκαν.
Αφού με κράτησαν φυλακισμένο για τέσσερις ημέρες, με άφησαν να φύγω για να πάω να θάψω τους νεκρούς. Στην περιοχή ‘η εκκλησία του Άη Γιώργη’, αναγνώρισα 5 πτώματα. Οι υπόλοιποι ήταν αδύνατον να αναγνωριστούν, εξαιτίας των βασανιστηρίων που είχαν υποστεί. Τα 5 θύματα που αναγνώρισα ήταν: ο Μετ Τσέρε, ο Σαμί Ασίμι, ο Μαχμούτ Κούπι, ο Άντεμ Μπεκίρι και ο Χακί Μίλε. Δύο ημέρες αργότερα, με έστειλαν στα Βώλια, κοντά στο σπίτι του Δημήτρη Νικολάου, όπου είχαν σκοτώσει 8 ανθρώπους. Δεν μπόρεσα να τους αναγνωρίσω επειδή τους είχαν κόψει κομματάκια. Παντού τριγύρω υπήρχαν πτώματα. Μία γυναίκα με το ονοματεπόνυμο Σανιγιέ Μπολλάτι υπέσθη φοβερά βασανιστήρια και την έκαψαν ζωντανή με οινόπνευμα. Αυτή η τραγωδία έγινε την Τετάρτη, ενώ την Παρασκευή το πρωί μεταφέρθηκε από τη μητέρα της και δύο συγχωριανούς κατά διαταγή των παρακρατικών και αφού την κάλυψαν με μία κουβέρτα, την έκρυψαν σε μία αποθήκη ώστε να μην τη δει κανείς. Η καημένη γυναίκα πέθανε 5 ημέρες αργότερα. Το πτώμα της είχε γεμίσει σκουλήκια.
Όλα αυτά που αναφέρω εδώ, τα έχω δει με τα μάτια μου. Στην αρχή, κρύφτηκα για 5 μέρες σε μία σοφίτα, αλλά με έπιασαν οι μοναρχο-φασίστες και με οδήγησαν μπροστά στον Κρανιά ο οποίος αφού με ρώτησε διάφορα, διέταξε να με φυλακίσουν. Στη φυλακή βρήκα άλλα 380 άτομα, ανάμεσα τους γυναίκες και παιδιά. 120 από αυτούς πέθαναν από την πείνα. Τέσσερα άτομα μαζί με ‘μένα ήμασταν στη φυλακή για 15 ημέρες, μετά απ’ τις οποίες μας μετέφεραν στην Πρέβεζα (Prevezë) και από εκεί στα Γιάννενα (Janinë), όπου μείναμε για 40 ημέρες. Εκεί μας υπέβαλαν απερίγραπτα βασανιστήρια. Απελευθερωθήκαμε ύστερα από την άφιξη στην πόλη των δυνάμεων του ΕΑΜ.»
Ο Ντερβίς Σούλο από το χωριό Τρικόρυφο (Spatar) στην περιοχή των Φιλιατών (Filati), περιγράφει τη σφαγή στο Τρικόρυφο ως εξής:
«Το πρωί του Σαββάτου τον Σεπτέμβριο του 1944, συγκέντρωσαν τους κατοίκους μπροστά από το τζαμί του χωριού. Οι στρατιώτες άρχισαν να βιάζουν τις γυναίκες και τα κορίτσια, ακόμα και μεγάλες γυναίκες. Η Πέτσε Τσουλάνι, 50 χρόνων, βιάστηκε, της έκοψαν τα μαλλιά και τα ατιά της, και στο τέλος τη σκότωσαν στο περιβόλι της, στην περιοχή Μούτσο. Είχαν φέρει στο σπίτι μας την οικογένεια του Σάκο Μπανούσι από την Σκορπιόνα (Skropjona), που αριθμούσαν 8 γυναίκες, άντρες και παιδιά. Αφού βίασαν τις γυναίκες και τις έκοψαν τους μαστούς με μαχαίρια, τους σκότωσαν όλους….
Στο σπίτι του Νταμίν Μουχαμέτι, δολοφονήθηκαν 5 γυναίκες και 3 παιδιά… Στο σπίτι του Φετίν Μουχαμέτι, βίασαν και βασάνισαν τη Χάνε Ισούφι και μία άλλη γυναίκα… Στο σπίτι του Ντούλε Σερίφι, έκοψαν τα κεφάλια του ογδοντάχρονου Σουλεϊμάν Διμίτσα και της συζύγου του. Στο σπίτι του Μέτο Μπράχο, 20 άτομα, άντρες, γυναίκες και παιδιά, κάηκαν ζωντανοί… Η Κίγιε Νούρτσια, 70 ετών, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου… Στο αμπέλι του Ζούλε και στον κήπο του Αμπντούλ Νούρτσε, είδα 20 σφαγμένους ανθρώπους. Στο σπίτι του Χατζή Λατίφι, βίασαν την κόρη του Χατζή Γκουλάνι, ενώ στο σπίτι του Μέιντι Μέτο βίασαν την Χάβα Αϊσια και την Νάνο Αράπι την οποία στη συνέχεια σκότωσαν».
κ.α.